τσέλιγκας

τσέλιγκας
και τσέλιγγας, ο, Ν
ιδιοκτήτης τσελιγκάτου, ιδιοκτήτης μεγάλου κοπαδιού («εγώ είμαι κόρη τού βουνού και τσέλιγκα κοπέλλα», Κρυστ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < σλαβ. tselnik «γενάρχης οικογένειας»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • τσέλιγκας — ο πληθ. άδες (λ. σλαβ.), αρχιτσομπάνος, ιδιοκτήτης κοπαδιού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Kefalovryso, Ioannina — Kefalovryso (Greek: Κεφαλόβρυσο, Ancient/Katharevousa: Κεφαλόβρυσον, Vlach: Migidei , alternative Romanizations: Kefalovrysso , Kefalovriso , Kefalovryson , Kefalovrison , Kefalovrysson ) is a town of about 1,100 and the seat of the municipality… …   Wikipedia

  • Kefalovriso — Basisdaten Region: Epiros Präfektur: Ioannina Gemeinde: Ano Pogoni Geographische Lage …   Deutsch Wikipedia

  • Kostas Krystallis — Kostas Krystallis. Kostas Krystallis oder Kroustallis (griechisch Κώστας Κρυστάλλης oder Κρουστάλλης; * 1868 in Syrrako; † 22. April 1894 in Arta) war ein griechischer Dichter und Schriftsteller der Neuen Athener Schule …   Deutsch Wikipedia

  • Krystallis — Kostas Krystallis oder Kroustallis, (griechisch Κώστας Κρυστάλλης oder Κρουστάλλης; * 1868 in Syrrako; † 22. April 1894 in Arta) war ein griechischer Dichter und Schriftsteller der Neuen Athener Schule. Inhaltsverzeichnis 1 Leben 2 Werke …   Deutsch Wikipedia

  • Kefalovryso — Κεφαλόβρυσο …   Deutsch Wikipedia

  • τσελιγκάτο — και τσελιγγάτο, το, Ν 1. μορφή ανεπτυγμένης κτηνοτροφικής μονάδας που εξελισσόταν κάθε φορά από τη στάνη μιας εκτεταμένης και ισχυρής οικογένειας με την προσέλκυση διαφόρων μικροκτηνοτρόφων με περιορισμένες δυνατότητες 2. τα βοσκοτόπια τής… …   Dictionary of Greek

  • τσελιγκοπούλα — και τσελιγγοπούλα, η, Ν κόρη τσέλιγκα. [ΕΤΥΜΟΛ. < τσέλιγκας / τσέλιγγας + κατάλ. πούλα (πρβλ. βασιλο πούλα), βλ. και πουλο, πουλος] …   Dictionary of Greek

  • τσελιγκόπουλο — και τσελιγγόπουλο, το, Ν γιος τσέλιγκα. [ΕΤΥΜΟΛ. < τσέλιγκας / τσέλιγγας + κατάλ. πουλο*] …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Γλώσσα — ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Η ελληνική γλώσσα είναι μια από τις αρχαιότερες γλώσσες στον κόσμο και οπωσδήποτε η παλαιότερη ζωντανή γλώσσα στην Ευρώπη. Σε αντίθεση με άλλες αρχαίες γλώσσες που χάθηκαν μαζί με τους λαούς που τις μιλούσαν, όπως η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”